1 κεράω
κέρα Com.Adesp. 1211
κερῶν Od.24.364
κέρων A.R.1.1185
κέρωνται Il.4.260
κερόωντο 8.470
κερόωσι σελήνην Arat.780
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κεράω